Ένα εικονογραφημένο μυθιστόρημα για το καλοκαίρι που δεν τελειώνει
Τα έργα του σημαντικού δασκάλου στη Σύρο ταξιδεύουν το αίνιγμα του ελληνικού καλοκαιριού: τις πολιτείες που δεν ξέρεις αν είναι της μνήμης ή της προσδοκίας, τα ζευγάρια που μπλέκονται στα δίχτυα του έρωτα και τα πουλιά που δεν λένε να
σταθούν λες και οδηγούν το βλέμμα σε πιο μακρινά ταξίδια.

Ο κοσμαγάπητος ζωγράφος δεν αποζητά έναν χαμένο κόσμο. Μας τον φανερώνει όπως οι ανώνυμοι μαστόροι της αρχαιότητας. Τ’ απέραντο γαλάζιο τ’ ουρανού, τα κυκλαδίτικα λευκά, τα κόκκινα του πόθου και τα πράσινα των νερών, όλα τραγουδούν με την ίδια φωνή: του ανθρώπου που αγάπησε την Ελλάδα όχι σαν τουρίστας, αλλά
σαν ποιητής.

Στην τέχνη του Σταθόπουλου όλα είναι ρευστά όπως στ’ όνειρο. Η Σύρος, φόντο και συνομιλητής της έκθεσης, λειτουργεί ως φυσική σκηνή ενός θεάτρου, όπου οι μορφές παίζουν τον παλιό, ωραίο ρόλο: να θυμίζουν ότι η ομορφιά δεν εξηγείται — μόνο ζει.
Οι πολιτείες του, κυματιστές, σχεδόν μουσικές, δεν παραπέμπουν σε γεωγραφικά σημεία, μα σε καταστάσεις ψυχής. Οι ταξιδιώτες με τη μοτοσυκλέτα δεν είναι ήρωες
κάποιας επικής αφήγησης· είναι τα γνώριμα νεαρά ζευγάρια που «κουρσεύουν» το νησί για να χαράξουν μια διαδρομή στο τοπίο και στη μνήμη. Εκεί κι ένα εικονοστάσι κόκκινων έργων: σώματα, πουλιά, στόματα και φτερά λουσμένα στο πορφυρό του πάθους και του θέρους. Ο κόκκινος τόνος είναι η γραφή του καλοκαιριού επάνω σε καμβά, το αίμα της επιθυμίας που κυλάει ζεστά, σαν θύμηση από τη Σαπφώ.

Αλλά η έκπληξη έρχεται αλλού: οι μαύρες φιγούρες – αρχέγονες, σχεδόν τελετουργικές – απηχούν άμεσα τις μορφές των μελανόμορφων αγγείων. Είναι η στιγμή που η μοντέρνα γραφή συνομιλεί με την ελληνική καταγωγή. Ο Σταθόπουλος ενώνει το βλέμμα του με εκείνο του ζωγράφου του 6ου αι. π.Χ., σε μια κοινή γλώσσα:
αυτή της αισθητικής απλότητας.
Τα έργα του Σταθόπουλου στη Σύρο λειτουργούν σαν οπτικά τραγούδια, με ρυθμό, επωδό, αλλά χωρίς τέλος. Σαν να ζωγραφίζει για να καθυστερήσει την έλευση του
φθινοπώρου. Σαν να διασώζει, με κάθε πινελιά, τη μνήμη του φωτός. Η «Ατλαντίδα»
του δεν είναι τόπος, αλλά συνθήκη: είναι η Ελλάδα ως ερωτικό τοπίο, ως αφήγηση
της ύπαρξης μέσα από την εικόνα.

Ο Σταθόπουλος δεν εξαντλείται στην τεχνική αρτιότητα, ούτε εγκλωβίζεται στην
«αναγνωρίσιμη» αισθητική του. Στη Σύρο, φαίνεται να μας προσφέρει κάτι πιο
προσωπικό: ένα ερωτικό ημερολόγιο χωρίς ημερομηνίες, μια «Ατλαντίδα» που δεν
χάθηκε, αλλά ζει χάρη στην πίστη του δημιουργού στο αιώνιο ελληνικό καλοκαίρι.
Πηγή