Τρίτη, 1 Ιουλίου, 2025
More

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών: Ηχογράφησε την πρώτη μεγάλη ελληνική όπερα «Διδώ» του Διονυσίου Λαυράγκα

    Η Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών ηχογράφησε την «Διδώ» του Διονυσίου Λαυράγκα, την πρώτη μεγάλων ορχηστρικών διαστάσεων και σκηνικών απαιτήσεων Ελληνική όπερα που ο συνθέτης έγραψε το 1908


    Μια εξαιρετικά σημαντική στιγμή για την Ιστορία της Ελληνικής Μουσικής εκτυλίχθηκε το Μάιο του 2025 στην Αθήνα: για 1η φορά μία ελληνική συμφωνική ορχήστρα ηχογράφησε στουντιακά μία ελληνική όπερα μεγάλων διαστάσεων! Ο λόγος για τη Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, η οποία την περίοδο που διανύουμε ηχογραφεί την εμβληματική όπερα του Διονυσίου Λαυράγκα, «Διδώ». Η ηχογράφηση πραγματοποιείται στο Χώρο Τέχνης και Πολιτισμού «Άρτεμις» στον Άλιμο, ο οποίος αποτελεί και την έδρα της ορχήστρας. Η ηχογράφηση προγραμματίζεται να κυκλοφορήσει σε δίσκο ακτίνας (CD) εντός του 2025.

    Ο Διονύσιος Λαυράγκας (1860-1941), από τα Ραζάτα της Κεφαλονιάς, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες του τέλους του 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Σπούδασε στην Ιταλία (Νάπολι) και τη Γαλλία (Παρίσι) και επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου, το 1900, ίδρυσε και διηύθυνε επί 40 περίπου χρόνια, το «Ελληνικό Μελόδραμα», την μουσικοθεατρική ομάδα που για πολλά χρόνια συστηματικά έφερε σε επαφή το Ελληνικό κοινό της Αθήνας και των Ελληνικών παροικιών του εξωτερικού με το διεθνές ρεπερτόριο της όπερας, πολύ πριν την ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

    Με την επτανησιακή καταγωγή του, ο Λαυράγκας μετέφερε στην Αθήνα την ιταλική μουσική παράδοση και ταυτόχρονα την συνέδεσε με τα ρεύματα της Εθνικής Σχολής και της σύνδεσης με τη λαϊκή παράδοση, που επικρατούσαν στις αρχές του 20ού αιώνα. Έτσι, θεωρείται ο συνδετικός κρίκος της Επτανησιακής και της Εθνικής Σχολής.

    Η πρώτη μεγάλη ελληνική όπερα

    Η όπερα «Διδώ» γράφτηκε το 1908 και θεωρήθηκε από τον ίδιο τον συνθέτη ένα από τα σημαντικότερα έργα του. Στην ελληνική μυθολογία η Διδώ ήταν πριγκίπισσα της Τύρου, που πήγε στη Βόρεια Αφρική και ίδρυσε την Καρχηδόνα. Είναι η πρώτη μεγάλων ορχηστρικών διαστάσεων και σκηνικών απαιτήσεων Ελληνική όπερα. Παραστάθηκε αρκετές φορές όσο ο συνθέτης ήταν εν ζωή, αλλά μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε μόνο αποσπασματικά και ποτέ ολοκληρωμένη. Ο συνθέτης την αγαπούσε τόσο πολύ, που έδωσε στην μονάκριβη κόρη του το όνομα της ηρωίδας.

    Η υπόθεση της «Διδώς» βασίζεται στον μύθο του Αινεία, βασιλά των Δαρδάνων, συγγενή του Πριάμου και συμμάχου των Τρώων κατά τον Τρωικό Πόλεμο. Η γενναιότητά και η ακεραιότητά του θαυμάστηκε και τιμήθηκε από τους νικητές Αχαιούς, οι οποίοι του απέδωσαν την ελευθερία του. Μετά την πτώση της Τροίας, ο Αινείας, με μια μικρή ομάδα Δαρδάνων συντρόφων του, περιπλανήθηκε στις θάλασσες και κατέφυγε στην Καρχηδόνα, όπου συνάντησε και ερωτεύτηκε την βασίλισσα Διδώ. Το φλογερό τους πάθος, όμως, δεν ευοδώθηκε, διότι ο Αινείας προτίμησε αντί του έρωτα να υπακούσει στο καθήκον του ως βασιλιά, να απομακρυνθεί από την Καρχηδόνα και να συνεχίσει τις περιπλανήσεις του, σε αναζήτηση μόνιμης εγκατάστασης, μέχρι που τελικά έφθασε στο Λάτιο, όπου, σύμφωνα με τον μύθο, θεωρείται ότι οι απόγονοί του ίδρυσαν τη Ρώμη. Οι περιπλανήσεις του Αινεία περιγράφονται στο έπος «Αινειάδα» του Ρωμαίου ποιητή Βιργιλίου, η οποία θεωρείται το λατινικό αντίστοιχο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας του Ομήρου.

    Η παρτιτούρα του έργου και οι πάρτες της ορχήστρας αποκαταστάθηκαν από τα χειρόγραφα του συνθέτη. Την αντιγραφή του έργου σε μουσικό λογισμικό ανέλαβε η Λουίζα Αντύπα και ο Νίκος Μαλιάρας και την εκδοτική επιμέλεια και τη μουσική διεύθυνση ο Βύρων Φιδετζής. Τη μουσική προετοιμασία των σολίστ επιμελήθηκε ο Δημήτρης Γιάκας και για την ηχογράφηση-μίξη είναι υπεύθυνος ο πολύ έμπειρος Θέμης Ζαφειρόπουλος και το επιτελείο του.

    Σολίστ είναι οι:

    Σοφία Κυανίδου, υψίφωνος

    Αναστασία Ευδαίμων, μεσόφωνος

    Φίλιππος Μοδινός, τενόρος

    Δημήτρης Πλατανιάς, βαρύτονος

    Χριστόφορος Σταμπόγλης, βαθύφωνος

    Χρήστος Ραμμόπουλος, βαρύτονος

    Συμμετέχει η Μικτή Χορωδία του Δήμου Αθηναίων υπό τη διεύθυνση του Σταύρου Μπερή.

    Η Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών ήρθε σε συνεννόηση με το Κέντρο Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Ωδείου Αθηνών, όπου πριν από δύο περίπου χρόνια κατατέθηκε το αρχείο χειρογράφων του Συνθέτη. Με βάση τα χειρόγραφα της όπερας, που παραδόθηκαν από την έφορο του ΚΕΤΩΑ, Στέλλα Κουρμπανά, αλλά και αξιοποιώντας και άλλο αρχειακό υλικό που ήρθε στην προσοχή της, η Φιλαρμόνια προχώρησε με δική της δαπάνη και επιμέλεια, σε μια νέα σύγχρονη έκδοση του έργου.

    Η ηχογράφηση πραγματοποιείται με τις ευγενικές χορηγίες των αξιότιμων κ. Χαράλαμπου Ραλλάτου, Αθανάσιου Φωκά και Ανδρέα Καγγελάρη.

    Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο newsbomb.gr ο μουσικολόγος Νίκος Μαλιάρας αναφέρεται στις λεπτομέρειες αυτής της απόπειρας.

    Ποια είναι η γνώμη σας για τη θεματική του έργου; Πώς λειτουργεί ο μύθος της Διδούς και του Αινεία σήμερα;

    Πρόκειται για έναν μύθο που προέρχεται από την ρωμαϊκή μυθολογία και σχετίζεται με τον Τρωικό κύκλο, αφού ο Αινείας, ο ήρωας, ήταν βασιλιά των Δαρδάνων, φίλος του Πριάμου και σύμμαχος των Τρώων. Παρόλο που ήταν με το μέρος των αντιπάλων, οι Αχαιοί νικητές του Τρωικού πολέμου εκτίμησαν και θαύμασαν την γεναιότητά του, την ακεραιότητα του χαρακτήρα και την ανιδιοτέλειά του, και του χάρισαν τη ζωή και την ελευθερία του. Αυτή η ακεραιότητα του χαρακτήρα και η αίσθηση του καθήκοντος είναι ουσιαστικά το ιδεολογικό υπόβαθρο του μύθου της Διδώς και του Αινεία, που πραγματεύεται η όπερα. Ο Αινείας, αρχικά φαίνεται να αγωνίζεται για την σωτηρία των συντρόφων και συμπολεμιστών του, που έχουν περιπλανηθεί για χρόνια στις θάλασσες μετά την πτώση της Τροίας και φτάνουν, ναυαγοί και ταλαιπωρημένοι στην φιλόξενη ακτή της Καρχηδόνας, όπου βασιλεύει η Διδώ. Η βασίλισσα, έχοντας ακούσει για τα πάθη του Αινεία, και γνωρίζοντας από κοντά την σεμνή του μορφή, τον ερωτεύεται και του ζητεί να παραμείνει στην Καρχηδόνα, να την παντρευτεί και να ευτυχήσει εκεί. Ο Αινείας όμως, παρόλο που στην αρχή αμφιταλαντευται σοβαρά, τελικά επιλέγει να ακούσει το καθήκον του που επιβάλλει ο όρκος του και η επιθυμία των συντρόφων του, δηλαδή να βρει μια νέα γη όπου θα ιδρύσει μια νέα πατρίδα, κατάλληλη για να ευτυχήσει όλος ο λαός του. Έτσι, εδώ έχουμε ουσιαστικά την αιώνια σύγκρουση μεταξύ της δύναμης τους συναισθήματος από τη μία, ερωτικού στην περίπτωση αυτή, και του καθήκοντος του αληθινού κι ενάρετου ηγέτη να φροντίσει τον λαό του και να προτάξει το συμφέρον των πολλών έναντι της δικής του προσωπικής επιθυμίας. Πρόκειται δηλαδή για ένα θέμα που έχει διαπραγματευτεί το ανθρώπινο πνεύμα επί αιώνες και που πάντοτε είναι επίκαιρο. Επίκαιρο είναι και το θέμα της αντίδρασης του προδομένου έρωτα της Διδώς, που, μετά την εγκατάλειψή της, προτιμά την αυτοκαταστροφή, παρασύροντας σε αυτήν και ολόκληρο το λαό της. Πρόκειται δηλαδή για διαχρονικά θέματα που θα είναι πάντοτε σύγχρονα, ακόμη και στην εποχή μας. Και οι χαρακτήρες του έργου, παρόλη τη θεατρική τους εξιδανίκευση, δεν παρουσιάζονται χωρίς τις ανθρώπινες αδυναμίες και τα σκοτεινά πάθη τους.

    Ποια είναι η συμβολή της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών και του αρχείου του Ωδείου Αθηνών στην ανασύσταση του έργου;

    Το έργο αυτό του Διονυσίου Λαυράγκα φαίνεται ότι ο ίδιος ο συνθέτης το θεωρούσε το κορυφαίο του. Μετά την ολοκλήρωσή του, το 1908, το παρουσίασε πολλές φορές στην Αθήνα και στις περιοδείες του, και το επεξεργάστηκε και το τροποποίησε πολλές φορές. Για το λόγο αυτό, το έργο δεν γράφτηκε μια κι έξω, σε μια οριστική και τελειωτική μορφή, αλλά διαρκώς μεταβαλλόταν. Μετά το θάνατο του Λαυράγκα, το έργο του δεν ξαναπαίχτηκε ποτέ ολόκληρο, παρά μόνο αποσπασματικά, και όσοι ασχολήθηκαν μαζί του αντιμετώπισαν πολλές φορές ανυπέρβλητες δυσκολίες για να ξεκαθαρίσουν το μουσικό κείμενο και να το μετατρέψουν σε ζωντανή μουσική. Το γεγονός μάλιστα ότι το αρχείο του συνθέτη έμεινε για πάνω από 80 χρόνια απροσπέλαστο, τόσο στην μουσικολογική έρευνα όσο και στη μουσική πράξη, δεν βοήθησε το έργο. Με την απόφαση των κληρονόμων του αρχείου να το παραχωρήσουν στο Ωδείο Αθηνών άνοιξαν οι πόρτες για μια νέα προσέγγιση στον μεγάλο αυτό συνθέτη.

    Η Φιλαρμόνια είναι γνωστό ότι μελετά από την ίδρυσή της και παρουσιάζει το έργο πολλών Ελλήνσν συνθετών και έχει ήδη αποκαταστήσει και ερμηνεύσει πολλά χαμένα ή ξεχασμένα έργα. Ήταν λοιπόν η φυσική επιλογή του Ωδείου Αθηνών να απευθυνθεί σε αυτήν για να μελετηθεί το αρχείο του Λαυράγκα και να αρχίσουν να ξαναζωντανεύουν τα έργα του. Η Διδώ δεν είναι το πρώτο έργο που βγήκε μέσα από αυτή τη διαδικασία, είναι όμως το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέχρι στιγμής. Η Διευθύντρια του Αρχείου, κα Στέλλα Κουρμπανά, και ο Πρόεδρος του ΔΣ του Ωδείου, κ Νίκος Τσούχλος, συζήτησαν με τον Βύρωνα Φιδετζή, καλλιτεχνικό διευθυντή της Φιλαρμόνμιας και σπουδαίο ερευνητή και ερμηνευτή της Ελληνικής μουσικής, κι εμένα, και συμφωνήσαμε να ξεκινήσουμε μια διαδικασία ανασύστασης των έργων του Λαυράγκα, της επεξεργασίας τους σε νέες παρτιτούρες και σε νέες εκτελέσεις και δισκογραφήσεις. Τα χειρόγραφα και οι πηγές του έργου που τέθηκαν στη διάθεσή μας είχαν τόσα προβλήματα από τις διαρκείς αναθεωρήσεις του συνθέτη, που χρειάστηκε πολύμηνη προσπάθεια για να προετοιμαστεί μια ευανάγνωστη, επιστημονικά ελεγμένη και εύχρηστη παρτιτούρα, κατάλληλη για μια σύγχρονη εκτέλεση του έργου. Από τη στιγμή που η παρτιτούρα αυτή πλέον υπάρχει, είναι καθήκον μας να την εκδώσουμε και να τη δημοσιεύσουμε ώστε να είναι διαθέσιμη σε οποιονδήποτε ενδιαφερθεί για το έργο. Πιστεύουμε ότι έτσι συμβάλλουμε στο να γίνει γνωστός ένας μεγάλος Έλληνας συνθέτης, που είναι σημαντικός όχι μόνο ιστορικά αλλά και καλλιτεχνικά: Διότι η Διδώ έχει πολλές αριστουργηματικές σελίδες και αξίζει να γίνει ευρύτερα γνωστή.

    Πρόκειται για το πρώτο ευρύ αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας και σίγουρα θα υπάρξουν και επόμενα. Είναι ένα δείγμα του ότι, όταν καλλιτέχνες που σέβονται την τέχνη, και ερευνητές/επιστήμονες που υπηρετούν την αποστολή τους, αλλά και θεσμοί που αντιλαμβάνονται τη σημασία της κοινωνικής προσφοράς, συνεργάζονται, τότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι θετικό.

    Τι σημαίνει για εσάς η επαφή με το αυθεντικό χειρόγραφο ενός τόσο σπουδαίου συνθέτη;

    Είναι η γοητεία της πρωτογενούς έρευνας που συναρπάζει έναν επιστήμονα μουσικολόγο όπως εγώ. Έχοντας γνωρίσει την προσφορά και το έργο του Λαυράγκα μέσα από τα διαβάσματα και τις ιστορικές πηγές, είναι σπουδαίο να πιάνεις στα χέρια σου τα χαρτιά που ο ίδιος εκείνος έγραψε, τις παρτιτούρες για τον μαέστρο και τις πάρτες για κάθε μουσικό ξεχωριστά, που δείχνουν το μόχθο και τον αγώνα και την τεράστια προσπάθειά του. Νότες, γραψίματα, σβησίματα, μουτζούρες, διορθώσεις, αναθεωρήσεις, μαύρες και χρωματιστές μολυβιές, σημειώσεις στο περιθώριο, προσθήκες ή παραλείψεις τμημάτων, διαφορές στις επιμέρους εκδοχές… Όλα αυτά ζωγραφίζουν μπροστά μας τον δημιουργό που, κλεισμένο και απομονωμένο στο δωμάτιό του, ίσως μπροστά από ένα μισοξεκούρδιστο πιάνο, προσπαθούσε να μετουσιώσει την έμπνευσή του σε μουσική τέχνη και να προσφέρει στην κοινωνία που ζούσε και δρούσε. Αλλά και τις πρακτικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε αυτός ο άνθρωπος, που, χωρίς καμιά στήριξη, κρατική ή άλλη, υπηρετούσε το ιδανικό της μουσικής στην πατρίδα του και στις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού. Διότι, όπως γνωρίζετε, ο Λαυράγκας είναι ο πρώτος Έλληνας που ίδρυσε και λειτούργησε επί 40 περίπου χρόνια, ένα μελοδραματικό θίασο που παρουσίαζε όπερες στο ελληνικό κοινό, όταν δεν υπήρχε ούτε Λυρική Σκηνή, ούτε Κρατική Ορχήστρα ούτε τίποτε. Όλα από το πάθος, την αγάπη και το μεράκι για τη μουσική, και δαπανώντας χρήματα από την προσωπική του περιουσία και μόνο. Και με τεράστεις προσωπικές θυσίες σε χρόνο και κόπο. Όλο το προτρέτο αυτού του ανθρώπου σκιαγραφείται μπροστά μας όταν πιάνουμε στα χέρια μας τις παρτιτούρες και τα χειρόγραφά του, και είναι, σας διαβεβαιώ, πολύ συγκινητικό. Προσπαθούμε κι εμείς, με τον δικό μας μόχθο, επίσης χωρίς καμία κρατική στήριξη, να δικαιώσουμε αυτόν το σπουδαίο εργάτη της μουσικής και να ανταποκριθούμε στο όραμά του, μια και δεν το έπραξαν εκείνοι που θα όφειλαν, ογδόντα και πλέον χρόνια από το θάνατό του!

    Ποια είναι η σημασία του να συμμετέχουν τόσο σπουδαίοι ερμηνευτές στην ηχογράφηση;

    Είναι πολύ μεγάλη η χαρά μας που τόσο σπουδαίοι καλλιτέχνες συμμετέχουν στην ηχογράφηση, και μάλιστα αφιλοκερδώς. Αυτό το τελευταιο πρέπει να το υπογραμμίσω ιδιαιτέρως. Δείχνει ότι υπάρχουν άνθρωποι που συμμερίζονται το όραμα της Φιλαρμόνιας και την ανθρώπων της, για την τεράστια ανάγκη να ακουστεί, να μελετηθεί, να προβληθεί και εντέλει να εκτιμηθεί και να αγαπηθεί η ελληνική κλασική μουσική δημιουργία. Πρόκειται για καλλιτέχνες με σημαντικότατη ελληνική και διεθνή παρουσία. Όπως η Σοφία Κυανίδου, στο ρόλο της Διδώς, ο Φίλιππος Μοδινός στο ρόλο του Αινεία, μαζί με τον Δημήτρη Πλατανιά, στο ρόλο του Αχάτη, πιστού συντρόφου του Αινεία. Επίσης ήταν ο Χριστόφορος Σταμπόγλης στο ρόλο του Ανθέα και η Αναστασία Ευδαίμων, στο ρόλο της Άννας, αδελφής της Διδώς. Τελος, ο νέος σολίστ, Χρήστος Ραμμόπουλος στους ρολους του Κήρυκα και του Ασκάλη. Ευχαριστίες πολλές οφείλονται στον πιανίστα Δημήτρη Γιάκα, που έκανε την μουσική προετοιμασία των σολίστ, καθώς και στην Μικτή Χορωδία του Δήμου Αθηναίων, και τον μαέστρο της, Σταύρο Μπερή, για την σημαντική τους βοήθεια. Είναι όλοι τους καλλιτέχνες που εγγυώνται ότι το τελικό αποτέλεσμα της ηχογράφησης θα βρίσκεται σε υψηλά καλλιτεχνικά επίπεδα και οι κόποι όλων μας θα δικαιωθούν, πάνω από όλα όμως θα δοθεί η ευκαιρία να απολαύσουμε όλοι μας ένα αριστούργημα της ελληνικής μουσικής δημιουργίας. Δεν μπορώ εδώ να παραλείψω και την καθοριστική συμβολλη των χορηγών της ηχογράφησης, κκ. Ραλλάτου, Φωκά και Καγγελάρη, που γενναιώδωρα και ανιδιοτελώς στήριξαν την πρσπάθειά μας.

    Πιστεύετε ότι η κυκλοφορία του έργου σε CD θα αλλάξει τον τρόπο που προσεγγίζουμε την ελληνική όπερα;

    Ελπίζω πάρα πολύ σε αυτό. Πρέπει εδώ να υπογραμμίσω ότι είναι η πρώτη φορά που μια μεγάλων διαστάσεων ελληνική όπερα ηχογραφείται ολόκληρη από μια ελληνική ορχήστρα και με επιτελείο καλλιτεχνών εξ ολοκλήρου ελληνικό. Πρόκειται για μια στουντιακή ηχογράφηση που πρόκειται να εκδοθεί σε CD. Οι προηγούμενες στουντιακές ηχογραφήσεις ελληνικής όπερας έχουν γίνει όλες από ξένες ορχήστρες (κυρίως της Βουλγαρίας και της Ρωσίας). Ενώ η μοναδική μέχρι τώρα ηχογράφηση πλήρους λυρικού έργου (επίσης από μια ιδιωτική ορχήστρα) ήταν αφιερωμένη σε μια μικρή θεατρική σκηνή του Νικόλαου Μάντζαρου, του έργου Don Crepuscolo, για ένα ρόλο, διάρκειας περίπου 20 λεπτών.

    Είμαστε πολύ περήφανοι και χαρούμενοι για την πρωτιά αυτή. Αλλά δεν μπορώ να μην επισημάνω ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, το έργο αυτό θα το επωμίζονταν οι κρατικοί φορείς, οι λυρικές σκηνές δηλαδή των διαφόρων χορών. Δική τους είναι η αρμοδιότητα να προβάλλουν, πάνω από όλα, το έργο των εγχώριων συνθετών, ο καθένας της πατρίδας του. Και σ’ αυτό πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να έχουν την πλούσια κρατική στήριξη. Είναι ο μόνος τρόπος να γίνουν γνωστά τα έργα των συνθετών από χώρες μικρότερες, λιγότερο ευνοημένες, όχι τόσο κεντρικές στη μουσική δημιουργία, όπως είναι και η Ελλάδα. Σας ρωτώ: τι έχουν να ζηλέψουν οι έλληνες συνθέτες κλασικής μουσικής από συνθέτες χωρών όπως η Βουλγαρία, η Κροατία, η Αρμενία, ακόμη και η Τουρκία; Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα αυτό δεν συμβαίνει όσο θα έπρεπε. Εδώ ηχογραφείται και προβάλλεται διαρκώς η εμπορική και ευρείας κατανάλωσης δημοφιλής μουσική, και από τα υπόλοιπα είδη σχεδόν τίποτε… Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο στη μουσική αλλά και με πολλές άλλες τέχνες. Γι’ αυτό και η πολιτιστική καλλιέργεια στον τόπο μας είναι αυτή που είναι. Ελπίζω, λοιπόν, ότι η ηχογράφηση και η κυκλοφορία σε CD ενός τόσο σημαντικού ιστορικά και καλλιτεχνικά έργου θα μας αφυπνίσει. Ωστόσο, δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος γι’ αυτό.

    Η κόρη του συνθέτη πήρε το όνομα της ηρωίδας. Πόσο προσωπικό ήταν αυτό το έργο για τον Λαυράγκα;

    Φαίνεται ότι ήταν πολύ σημαντικό για τον συνθέτη. Πρέπει εδώ να σημειώσω ότι και για την ιστορία της Ελληνικής μουσικής το έργο είναι σημαντικό. Πρόκειται για την πρώτη μεγάλων διαστάσεων σοβαρή όπερα στην Ελληνική γλώσσα που γράφτηκε ποτέ. Το μοναδικό έργο που προηγείται χρονικά είναι «Ο Υποψήφιος βουλευτής» του Σπυρίδωνος Ξύνδα, από την Κέρκυρα, που ήταν μια κωμική όπερα με σατιρικό περιεχόμενο και είναι πολύ μικρότερων διαστάσεων και μουσικών απαιτήσεων έργο, χωρίς αυτό να μειώνει τη σημασία του. Η «Διδώ», λοιπόν, για τον Λαυράγκα, ήταν ένα έργο σταθμός, που τον καθόρισε και αποτέλεσε ορόσημο για την σταδιοδρομία του. Γι’ αυτό και προσπαθούσε να το εκτελεί αρκετές φορές όσο ζούσε και κάθε φορά το διόρθωνε, το συμπληρωνε, το αναθεωρούσε, προσπαθώντας να πετύχει το καλύτερο κάθε φορά καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Μπορώ να υποθέσω, μάλιστα, ότι με το έργο αυτό ήλπιζε και φιλοδοξούσε να έχει και μια διεθνή απήχηση και καταξίωση (διότι υπάρχει και εκδοχή του έργου στην στην ιταλική γλώσσα, για να μπορεί να εκτελείται στο εξωτερικό). Η καταξίωση αυτή δεν ήρθε στο βαθμό που θα την ήθελε. Άλλωστε, όπως είπαμε και πιο πάνω, ο Λαυράγκας έπρεπε πρώτα από όλα να ξεπεράσει τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στην ίδια την πατρίδα του. Φαίνεται λοιπόν ότι ίδιος ο Λαυράγκας, θεωρούσε το έργο αυτό κεντρικό στην ευρεία και πολυποίκιλη δράση του, αφού έδωσε το όνομα της όπερας στην μονάκριβη κόρη του. Αλλά φαίνεται και η μεγάλη του ψυχολογική ταύτιση με τη μουσική, με την όπερα, με το έργο του γενικότερα, και η προσωπική του αφοσίωση σε αυτό.

    Υπάρχουν σκέψεις να παρουσιαστεί και σκηνικά η Διδώ μετά την ηχογράφηση;

    Η σκηνική παρουσίαση μιας όπερας και μάλιστα μνημειακών διαστάσεων είναι ένα εγχείρημα πολύ πιο απαιτητικό από μια συναυλιακή παρουσίαση ή μια ηχογράφηση. Απαιτούνται πολύμηνες δοκιμές από ένα επιτελείο καλλιτεχνών πολύ μεγαλύτερο, αφού περιλαμβάνεται η σκηνοθεσία, τα σκηνικά, τα κοστούμια, αλλά και το γεγονός ότι όλοι οι καλλιτέχνες και η χορωδία πρέπει να τραγουδούν το έργο από μνήμης. Επομένως, ο προϋπολογισμός ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι απαγορευτικός για μια ορχήστρα όπως η Φιλαρμόνια. Μόνο αν βρεθούν πλουσιοπάροχες χορηγίες μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο και η Φιλαρμόνια, στην περίπτωση αυτή, θα ήταν πρόθυμη να το κάνει. Ή αν το Υπουργείο Πολιτισμού αντιληφθεί τη σημασία του έργου και το χρέος που έχει να στηρίζει γενικότερα την ελληνική δημιουργία, και χρηματοδοτήσει μια τέτοια προσπάθεια. Πάντως το αίτημα για το έργο αυτό έχει ήδη γίνει προς το Υπουργείο Πολιτισμού και μέχρι στιγμής δεν βρήκε καμία ανταπόκριση.

    Πάντως, να σημειώσω ότι η Φιλαρμόνια, με δική της μέρινα και δαπάνες, ετοιμάζει μια νέα, επιστημονικά άρτια και πρακτικά χρηστική και καλαίσθητη έκδοση του έργου σε παρτιτούρα, πάρτες και σπαρτίτο. Ελπίζουμε, σύντομα, η Εθνική Λυρική Σκηνή, να αποφασίσει να στραφεί στο έργο και να ετοιμάσει μια άρτια σκηνική παρουσίασή του, στην έδρα της ή στο Ηρώδειο, στα πλαισία του Φεστιβάλ Αθηνών, ώστε το έργο να μπορέσουν όλοι να το απολαύσουν στις πραγματικές του διαστάσεις, πάνω στη σκηνή, όπως του αξίζει. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, η Φιλαρμόνια θα θέσει ευχαρίστως την παρτιτούρα και τις πάρτες, καθώς και όποια άλλη βοήθεια χρειαστεί, στη διάθεση της ΕΛΣ.

    Θεωρείτε ότι το ελληνικό κοινό είναι έτοιμο να αγκαλιάσει τέτοια άγνωστα αλλά σπουδαία έργα;

    Το Ελληνικό κοινό είμαι πεπεισμένος ότι θα αγκαλιάσει τέτοια έργα με μεγάλη αγάπη και ενδιαφέρον, αρκεί να παρουσιαστούν σωστά και να προβληθούν όσο τους αξίζει. Το κοινό, όπως συμβαίνει παντού στον κόσμο, χρειάζεται όμως και μια προετοιμασία, μια εκπαίδευση, αν θέλετε. Η πολιτιστική καλλιέργεια δεν έρχεται από τη μια στιγμή στην άλλη, ούτε ως δια μαγείας, ούτα αρκούν τα όσα μαθαίνουμε στα σχολεία. Πρέπει να είναι προϊόν βαθύτερων κι ευρύτερων κοινωνικών διαδικασιών και δράσεων, στις οποίες η πολιτεία σε όλα της τα επίπεδα δεν μπορεί να έχει μικρή συμμετοχή! Δυστυχώς, το ελληνικό κοινό έχει εθιστεί σε πολιτιστικά προϊόντα πολύ χαμηλότερης καλλιτεχνικής στάθμης, με κυρίως εμπορική στόχευση. Οι πολιτικοί μας, οι δημοτικοί μας άρχοντες αλλά και γενικότερα η πλειοψηφία της πνευματικής ηγεσίας της χώρας μας, κατά την άποψή μου, δεν έχει προσφέρει όσο θα έπρεπε στην αναβάθμιση της πολιτιστικης μας καλλιέργειας. Στην προσπάθεια αυτή πρέπει να επενδυθούν και χρόνος και χρήματα και θεσμοί και πολλή ενέργεια. Αν δεν συμβεί αυτό, τότε ο Ελληνικός Πολιτισμός, άλλοτε φάρος του Ευρωπαϊκού πνεύματος, θα καταντήσει να είναι αποκλειστικά ο πολιτισμός της πίστας των κέντρων διασκεδάσεως και του τσιφτετελιού…

    Αν μπορούσατε να απευθύνετε ένα μήνυμα στον Διονύσιο Λαυράγκα σήμερα, μετά από αυτή την ηχογράφηση, τι θα του λέγατε;

    Θα του ελεγα ένα μεγάλο μπράβο κι ένα μεγάλο ευχαριστώ. Ένα μεγάλο μπράβο και πολλά συγχαρητήρια, που έγραψε αυτό το έργο και τόσα άλλα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν, και που έμεινε πιστός στα πιστεύω του και στους στόχους που έθεσε στη ζωή του, χωρίς να ορρωδήσει μπροστά από αμέτρητες δυσκολίες και αντιξοότητες. Στόχοι που είχαν να κάνουν με την πίστη του στην αξία της ελληνικής δημιουργίας και του ελληνικού πολιτισμού. Στόχοι που τους υπηρέτησε και με τη σύνθεση πλήθους έργων κάθε είδους, από τραγούδια και καντάδες μέχρι συμφωνικά ποιήματα, συμφωνικές σουίτες, οπερέτες και όπερες, αφήνοτας μια ευρεία παρακαταθήκη, που σήμερα πια σιγά σιγά ευτυχώς αρχίζει να γίνεται γνωστή. Ευχαριστώ, για το ότι έθεσε αυτός, περισσότερο από πολλούς άλλους, με ανιδιοτέλεια, αίσθηση καθήκοντος και διάθεση κοινωνικής προσφοράς, υψηλούς στόχους για την πολιτιστική καλλιέργεια των συνανθρώπων του και διότι πρόσφερε αυτό που σπούδασε, και αυτό που ο Θεός και η φύση του χάρισαν, δηλαδή το έμφυτο ταλέντο και τη δημιουργικότητα, στην κοινωνία και στο κοινωνικό σύνολο. Αλλά αυτά είναι πιο πολύ μηνύματα που απευθύνει ο Λαυράγκας με τη ζωή και το έργο του προς εμάς, και θα ευχόμουν να βρεθούν πιο πολλοί άνθρωποι για να τα ακούσουν.

    Πηγή

    ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ

    Latest Posts

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

    ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK