Στα 89 του χρόνια άφησε την τελευταία του πνοή ο βραβευμένος με Νόμπελ Μάριο Βάργκας Λιόσα, ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς της Λατινοαμρικανικής λογοτεχνίας
«Το Νόμπελ είναι σαν παραμύθι για μία εβδομάδα και εφιάλτης για μια χρονιά. Δεν μπορείτε να φανταστείτε την πίεση που μου ασκήθηκε για συνεντεύξεις και παρουσία σε εκθέσεις βιβλίου», έλεγε πριν από μερικά χρόνια ο Μάριο Βάργκας Λιόσα για το Νόμπελ Λογοτεχνίας που απέσπασε το 2010 από την Σουηδική Ακαδημία.
Γεννημένος στο Αρεκίπα του Περού το 1936, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα ξεκίνησε να εργάζεται ως αστυνομικός συντάκτης στα 15 του χρόνια και το 1958 έφυγε για το Παρίσι ζώντας για 18 χρόνια στη γαλλική πρωτεύουσα, στη Βαρκελώνη, το Λονδίνο και τη Μαδρίτη. Όμως η χώρα του ποτέ δεν έφυγε από τα γραπτά του.
Το πρώτο μυθιστόρημά του το υπέγραψε το 1963 και είχε τίτλο «Η πόλη και τα σκυλιά». Ο συγγραφέας αφηγείται σε αυτό τη δολοφονία ενός ανθρώπου στη στρατιωτική ακαδημία στο Λεόνσιο Πράδο, όπου ο Λιόσα έζησε δύο χρόνια ως έφηβος και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις στην πατρίδα του. Χίλια αντίτυπα του βιβλίου κάηκαν εκείνη την εποχή σε ένα σχολείο.
Στο επίκεντρο της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας
Μαζί με τους Χούλιο Κορτάσαρ, Κάρλος Φουέντες και Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, βρέθηκε στο επίκεντρο της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας της δεκαετίας του ’60 και του ’70 αλλά με τον τελευταίο οι σχέσεις τους ήταν ταραχώδεις. Όταν οι δύο άνδρες συναντήθηκαν τυχαία έξω από ένα σινεμά στην Πόλη του Μεξικού το 1976, ο Μάρκες χαιρέτησε τον Λιόσα και εκείνος του απάντησε με μια γροθιά στο πρόσωπο. Τρία χρόνια μετά το θάνατο του Μάρκες το 2014, ο Λιόσα δήλωσε λυπημένος αλλά και δεν ήθελε να μιλήσει για την αντιπαλότητά τους. «Ηρθε η ώρα να βάλουμε ένα τέλος σε αυτή τη συζήτηση», σχολίασε.
Ο Λιόσα έγραψε θεατρικά έργα, μυθιστορήματα, διηγήματα όπως «Το πράσινο σπίτι», «Η θεία Χούλια και ο γραφιάς», «Πότε πήραμε την κάτω βόλτα;», «Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες» κ.α. και σταδιακά άρχισε να ασχολείται με την πολιτική. Στη δεκαετία του ’80 είχε τη δική του τηλεοπτική εκπομπή στο Περού και το 1984 απέρριψε την πρόταση του συντηρητικού προέδρου της χώρας, Φερνάντο Μπελόντε Τέρι να αναλάβει την πρωθυπουργία. Λίγο αργότερα, το 1987 συγκέντρωσε 120.000 άτομα σε μια διαμαρτυρία στη Λίμα κατά της κρατικοποίησης της οικονομίας της χώρας και ξεκίνησε την εκστρατεία του για προεδρία. Όμως, μετά από μια σειρά απειλών κατά της ζωής του, έχασε στο δεύτερο γύρο των εκλογών από τον Αλμπέρτο Φουτζιμόρι. Λίγες ώρες αργότερα εγκατέλειψε το Περού. «Δεν είπα ψέματα. Υποστήριξα ότι η χώρα χρειαζόταν ριζικές αναδιαρθρώσεις και θυσίες αλλά ο βρώμικος πόλεμος που δέχθηκα, παρουσίασε το σχέδιο αλλαγών ως έναν τρόπο απώλειας θέσεων εργασίας. Δυστυχώς στη Λατινική Αμερική προτιμάμε τις υποσχέσεις από την πραγματικότητα», υπογράμμιζε αργότερα στις συνεντεύξεις του.
Το 1993 απέκτησε την ισπανική υπηκοότητα καθώς συνέχιζε να γράφει μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και διηγήματα. Το 2000 κυκλοφόρησε το δημοφιλές «Η γιορτή του τράγου» και το 2006 ακολούθησε «Το παλιοκόριτσο» για μια ερωτική σχέση που με τις διακυμάνσεις της είχε διάρκεια 40 ετών.
Διαβάστε εδώ μια παλαιότερη επιστολή του συγγραφέα για την Ελλάδα που δημοσιεύτηκε στην El Pais.
Συντηρητική στροφή
Μετά το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2010, ο Λιόσα χρησιμοποίησε τη δημοφιλία που του χάρισε η διάκριση για να καυτηριάσει ζητήματα όπως η χειραγώγηση των ΜΜΕ στο Περού, η προπαγάνδα της Ρωσίας και ο Ντόναλντ Τραμπ αλλά το 2022 η δήλωση υποστήριξης στον υποψήφιο στις εκλογές της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο απέναντι στον Λούλα ντα Σίλβα, επιβεβαίωσε τη συντηρητική στροφή που είχε ακολουθήσει εδώ και δεκαετίες. «Ανάμεσα σε αυτούς τους δύο σαφώς και προτιμώ τον Μπολσονάρο. Είναι δύσκολο για έναν δημοκράτη να αποδεχθεί τις γραφικότητές του αλλά ακόμα και τότε είναι καλύτερος από τον Λούλα», είχε πει.
To 2023 κυκλοφόρησε το τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο «Σας αφιερώνω τη σιωπή μου» για το οποίο ο συγγραφέας είχε πει ότι «θεωρώ ότι τελείωσα αυτό το βιβλίο. Τώρα θα ήθελα να γράψω ένα ακόμα για τον Σαρτρ που υπήρξε ο δάσκαλός μου όταν ήμουν νέος. Θα είναι το τελευταίο βιβλίο που θα γράψω».
Σε πρόσφατες συνεντεύξεις του εξέφραζε την ελπίδα του να καταφέρει να γράψει το 21ο βιβλίο του. «Είμαι 87 ετών και παρόλο που είμαι αισιόδοξος, δε νομίζω ότι θα ζήσω αρκετά ακόμη για να γράψω ένα νέο μυθιστόρημα γιατί μου παίρνει τρία με τέσσερα χρόνια να το κάνω αυτό. Όμως δεν θα πάψω να εργάζομαι και ελπίζω να έχω τη δύναμη να συνεχίσω έως το τέλος», έλεγε.
Ο Μάριος Βάργκας Λιόσα χώρισε με την πρώτη του σύζυγο το 1964 και στη συνέχεια παντρεύτηκε την πρώτη του ξαδέλφη με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Από το 2015 έως το 2022 ήταν σύντροφος της μητέρας του Ενρίκε Ιγκλέσιας, Ιζαμπέλ Πρέισλερ.
Τα βιβλία του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη και Εξάντας.
Πηγή