Μια μεγάλη νεκρόπολη της Εποχής του Σιδήρου, έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και παρά το γεγονός ότι δεν βρέθηκαν καθόλου ανθρώπινα λείψανα το σημείο προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τις ταφικές πρακτικές και τα αντικείμενα κύρους που συνδέονται με τις ελίτ της εποχής.
Η νεκρόπολη ανακαλύφθηκε στην κορυφή του αρχαιολογικού χώρου Creuzier-le-Neuf, στην περιοχή Auvergne-Rhône-Alpes, από μία ομάδα αρχαιολόγων του εθνικού ινστιτούτου προληπτικής αρχαιολογίας (Inrap).
Ο ταφικός χώρος, ο οποίος καλύπτει περίπου 650 τ.μ., είναι ένα περίφρακτο τετράγωνο που το περιβάλλει πλατιά τάφρος. Στο εσωτερικό του, οι αρχαιολόγοι κατέγραψαν πάνω από εκατό τάφους, διατεταγμένους κατά κύριο λόγο με προσανατολισμό προς τον βορά και τον νότο.
Η έκταση του περίκλειστου ταφικού χώρου, δίνει τη δυνατότητα συγκρίσεων με άλλες νεκροπόλεις της εποχής που έχουν ανακαλυφθεί σε περιοχές όπως η Καμπανία, το λεκανοπέδιο του Παρισιού ή η Βουργουνδία, υποδηλώνοντας παρόμοια κοινωνική δομή και κοινά τελετουργικά μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων της Γαλατίας, πριν από τη Ρωμαϊκή κατάκτηση.

Μία ιδιαιτερότητα που κάνει την μελέτη να ξεχωρίζει, είναι η αδυναμία διεξαγωγής ανθρωπολογικών μελετών λόγω της υψηλής οξύτητας του εδάφους η οποία έχει αποσυνθέσει τα σκελετικά ευρήματα.
Είναι μία παράμετρος που δεν έχει εμποδίσει ωστόσο, την αναγνώριση σημαντικών στοιχείων που αποκαλύπτουν το κοινωνικό επίπεδο των θαμμένων ατόμων, χάρη στη διατήρηση των μεταλλικών κτερισμάτων και άλλων αντικειμένων που βρέθηκαν κοντά στον νεκρό.
Μία ξεχωριστή ταφή
Ανάμεσα στους τύμβους, ξεχωρίζει μια ταφή αποτέφρωσης, η οποία διαφοροποιείται λόγω του τελετουργικού και των κτερισμάτων που τη συνοδεύουν. Ανάμεσα στις στάχτες, ανακαλύφθηκε ένα μικρό, επιμελώς φιλοτεχνημένο αγγείο, διακοσμημένο με διάτρητα μοτίβα που εναλλάσσονται με ζωγραφιστές λωρίδες.
Αυτό το λεπτοκομμένο αντικείμενο, μαρτυρά τελετουργική προσήλωση και την ύπαρξη ετερόκλητων ταφικών πρακτικών μέσα στον ίδιο, ιερό χώρο. Μία από τις πιο αποκαλυπτικές ανακαλύψεις, απαρτίζεται από μεταλλικά διακοσμητικά στοιχεία που ανακαλύφθηκαν σχεδόν στους μισούς τάφους.

Βραχιόλια από κράμα χαλκού, ανακαλύφθηκαν σε αφθονία, τόσο κατά μονάς όσο και σε ζεύγη. Ορισμένα έχουν απλό σχέδιο – σπειροειδείς βέργες, ενώ άλλα είναι πιο λεπτεπίλεπτα και περίτεχνα, με διακοσμητικά μοτίβα και κρυμμένα δεσίματα που αποκαλύπτουν υψηλό βαθμό δεξιοτεχνίας και τεχνικής εξέλιξης.
Σε έναν τάφο βρέθηκε ένα ζεύγος από βραχιόλια σε άψογη κατάσταση, διακοσμημένα με ομόκεντρους κύκλους – οφθαλμοειδή στίγματα και μακριές καμπύλες, μοτίβα επαναλαμβανόμενα στην κελτική τέχνη.
Πόρπες και κοσμήματα με πολύτιμους λίθος
Καταγράφηκαν επίσης, 18 πόρπες και καρφίτσες που συγκρατούν τα ενδύματα – φτιαγμένες κυρίως από κράμα σιδήρου και χαλκού. Αν και σε πολύ κακή κατάσταση κατά την ανακάλυψη, η αποκατάσταση των ευρημάτων ήταν επιτυχής στο εργαστήριο CREAM στη Βιέννη.
Ένα από τα ευρήματα έχει ένα διακοσμητικό μοτίβο παρόμοια με εκείνο των βραχιολιών, υποδηλώνοντας τη στιλιστική τους συνέχεια. Ξεχωρίζει ακόμη ένα για τον πλούτο της διακόσμησής του: αυτό έχει έναν πολύτιμο λίθο που θυμίζει βότσαλο, με έναν δίσκο με χαμηλό ανάγλυφο και καλυμμένο με μια ασημένια στρώση με τεχνική repoussé. Βάσει των χαρακτηριστικών του, το κομμάτι αυτό χρονολογείται ανάμεσα στα τέλη του 4ου και τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.
Οι δύο πιο εντυπωσιακοί τάφοι ωστόσο, είναι εκείνοι που έχουν διατηρημένα ακέραια τα ξίφη μέσα στα θηκάρια τους. Το πρώτο το οποίο βρέθηκε στον τάφο 782, αποτελεί ένα εξαιρετικό όπλο.
Το θηκάρι του, πλούσια διακοσμημένο με σπειροειδή μοτίβα και οφθαλμοειδή στίγματα, σχεδιάστηκε για να φοριέται στα πλάγια.
H λαβή και η μπροστινή του πλακέτα είναι φτιαγμένα από κράμα χαλκού και έχουν επιστρώσεις από κεφαλωτούς λίθους, ενώ μερικά έχουν διακοσμήσεις στο σχήμα της σβάστικας και ίσως θραύσματα από πάστα γυαλιού.
Οι μελέτες με ακτίνες Χ αποκάλυψαν και σύμβολα στην άκρη της λεπίδας: έναν κύκλο και ένα μισοφέγγαρο που τα χωρίζουν μικρές λεπτομέρειες – υποδηλώνοντας ότι κατασκευάστηκε στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ.

Το δεύτερο ξίφος, από τον τύμβο 990, έχει ιμάντες για να δένεται κοντά στο σώμα. Αν και πιο περιορισμένο από άποψη διακόσμησης – εκτός από ένα ζευγάρι από οφθαλμοειδή στίγματα, στην κορυφή του θηκαριού, έχει ακόμη τα ίχνη του υφάσματος κολλημένο στο οξειδωμένο θηκάρι.
Τα κομμάτια του υφάσματος μπορεί να ανήκαν στην ενδυμασία του νεκρού, κάποιο σκέπασμα ή προστατευτικό κάλυμμα. Η τυπολογία και οι διατάσεις του, το ανάγουν χρονολογικά στον 4ο αιώνα π.Χ.
Στο ταφικό σύμπλεγμα, η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε υπό την επιστημονική καθοδήγηση του Benjamin Oury και την εποπτεία του Vincent Georges, μέλη του Inrap, στο πλαίσιο του έργου που γίνεται με πρωτοβουλία της Vichy Communauté υπό την εποπτεία της περιφερειακής αρχαιολογικής υπηρεσίας.