Μια διεθνής ομάδα επιστημόνων ανέπτυξε ένα καινοτόμο γενετικό τεστ που επιτρέπει την πρόβλεψη του κινδύνου παχυσαρκίας από τα πρώτα χρόνια της ζωής. Το τεστ αυτό, που βασίζεται σε έναν υπολογισμό πολυγονιδιακής βαθμολογίας (PGS), αντλεί πληροφορίες από το γονιδίωμα ενός ατόμου για να υπολογίσει την πιθανότητα να εμφανίσει παχυσαρκία στην ενήλικη ζωή.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Medicine, χρησιμοποίησε δεδομένα από πάνω από 5 εκατομμύρια ανθρώπους και αποτελεί την πιο εκτενή γενετική ανάλυση του είδους της. Το τεστ αξιολογήθηκε σε δεδομένα 500.000 ατόμων και αποδείχθηκε δύο φορές πιο ακριβές στην πρόβλεψη κινδύνου παχυσαρκίας σε σχέση με τα προηγούμενα διαθέσιμα εργαλεία.
Παχυσαρκία: Πρόληψη από μικρή ηλικία
Το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι η βαθμολογία αυτή μπορεί να προβλέψει τον κίνδυνο παχυσαρκίας πριν το παιδί φτάσει τα πέντε έτη – πολύ πριν επηρεαστεί από εξωτερικούς παράγοντες όπως το περιβάλλον ή οι διατροφικές συνήθειες. Αυτό καθιστά εφικτή την έγκαιρη παρέμβαση με στοχευμένες αλλαγές στον τρόπο ζωής.
«Η δυνατότητα να προβλέψουμε ποια παιδιά κινδυνεύουν περισσότερο, δίνει νέες δυνατότητες για πρόληψη από νωρίς, όταν οι παρεμβάσεις μπορούν να έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση», εξηγεί ο Επίκουρος Καθηγητής Roelof Smit από το Κέντρο Βασικής Μεταβολικής Έρευνας του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης.
Γονίδια και συμπεριφορά: Μια περίπλοκη σχέση
Ενώ η παχυσαρκία συνδέεται συχνά με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, τα γονίδιά μας παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο. Χιλιάδες γενετικές παραλλαγές έχουν συσχετιστεί με την αύξηση βάρους, πολλές εκ των οποίων επηρεάζουν την όρεξη και τη συμπεριφορά μέσω του εγκεφάλου. Το νέο τεστ λειτουργεί σαν «υπολογιστής κινδύνου», αξιολογώντας τη συνδυασμένη επίδραση αυτών των παραλλαγών.
Παρότι άτομα με υψηλό γενετικό φορτίο φαίνεται να ανταποκρίνονται καλύτερα σε αλλαγές όπως η δίαιτα και η σωματική δραστηριότητα, η πρόκληση παραμένει: όταν οι παρεμβάσεις σταματούν, το βάρος συχνά επανέρχεται.
Περιορισμοί και προοπτικές
Η αξιοπιστία του τεστ είναι μεγαλύτερη για άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής, κάτι που αντικατοπτρίζει και το γεγονός ότι οι περισσότερες γενετικές βάσεις δεδομένων εξακολουθούν να είναι περιορισμένες σε συγκεκριμένες εθνοτικές ομάδες. Οι ερευνητές τονίζουν την ανάγκη για πιο ποικιλόμορφα δείγματα στο μέλλον, ώστε να ενισχυθεί η ακρίβεια των προβλέψεων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η καθηγήτρια Ruth Loos, συν-συγγραφέας της μελέτης, επισημαίνει ότι η νέα αυτή γενετική προσέγγιση φέρνει την ιατρική πιο κοντά σε προληπτικά εργαλεία που θα μπορούσαν να χρησιμοποιούνται σε κλινικό επίπεδο, βοηθώντας στη διαχείριση της παχυσαρκίας από πολύ νωρίς.
Να θυμάστε πως η γενετική δεν καθορίζει απόλυτα το μέλλον μας, όμως μπορεί να δώσει πολύτιμα προγνωστικά στοιχεία. Με την έγκαιρη χρήση τέτοιων εργαλείων, η πρόληψη της παχυσαρκίας μπορεί να ξεκινήσει από την παιδική ηλικία – με στοχευμένες, εξατομικευμένες παρεμβάσεις που προλαμβάνουν αντί να θεραπεύουν.