Κυριακή, 19 Οκτωβρίου, 2025
More

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    Ανακαλύφθηκαν αμπελώνες ελληνικής αποικίας κατά τη διάρκεια έργων ανάπλασης

    Στην καρδιά του τεράστιου 15ου διαμερίσματος της Μασσαλίας, μια ομάδα αρχαιολόγων του εθνικού ινστιτούτου προληπτικής αρχαιολογικής έρευνας (Inrap) έφερε στο φως τα ίχνη οργανωμένης αμπελουργίας που ανάγονται στην Ελληνική αποικία της.

    Η ανασκαφή, στην περιοχή Boulevard de Vintimille και Cazemajou, πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της συνεχόμενης αστικής ανάπλασης στα νότια μιας αρχαίας καλλιέργειας όπου είχαν πραγματοποιηθεί μελέτες του Inrap το 2023. Το σημείο άλλοτε ήταν η χώρα της Μασσαλίας, η αγροτική περιοχή της αποικίας των Φωκαέων της Μασσαλίας, περίπου δύο χιλιόμετρα απ’ τα τείχη της.

    Παρά τους αυστηρούς περιορισμούς λόγω της βαριάς ρύπανσης των υπόγειων υδάτων, για την οποία χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί μια περίπλοκη προκαταρκτική φάση απολύμανσης υπό την εποπτεία των αρχαιολόγων, για πρώτη φορά, οι έρευνες κατέγραψαν – σε μια περιοχή περίπου 1.300 τετραγωνικών μέτρων, έναν αμπελώνα στην μέση της πλαγιάς, και την αγροτική οργάνωση μεταξύ του 5ου και του 2ου αιώνα π.Χ.

    Το βιομηχανικό παρελθόν του 15ου διαμερίσματος έχει αφήσει ένα βαρύ βιομηχανικό αποτύπωμα, τόσο στο φυσικό τοπίο όσο και στο υπέδαφος. Πριν απ’ την παρέμβαση του Inrap, πραγματοποιήθηκε απολύμανση με μηχανική διαμόρφωση των αναβαθμίδων σε ύψος πάνω από το 1.5 μέτρο και απομάκρυνση του μολυσμένου εδάφους – με την επίβλεψη των αρχαιολόγων.
    Το σημερινό σχέδιο του δρόμου είναι το αποτέλεσμα βαριάς επιχωμάτωσης, στη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα.

    Η αρχαία τοπογραφία ωστόσο, ήταν ριζικά διαφορετική. Η καλλιεργήσιμη γη εκτεινόταν στη δυτική πλαγιά ενός μικρού, παραθαλάσσιου λόφου με θέα προς τη θάλασσα η οποία δεν απείχε πάνω από 250 μέτρα.

    Άποψη του βόρειου μισού τμήματος. Φωτογραφία: B. Fabry / Inrap
    Άποψη του βόρειου μισού τμήματος. Φωτογραφία: B. Fabry / Inrap

    Στην πλαγιά αυτή, τρεις αμπελώνες διαδέχονταν ο ένας τον άλλον για πάνω από τέσσερις αιώνες. Σήμερα, η παρουσία τους είναι γνωστή μόνο απ’ τα ίχνη των τάφρων φύτευσής τους.

    Περιστασιακά, έχουν ανακαλυφθεί κεραμικά υλικά στις τάφρους και, μαζί με τη στρωματογραφική ανάλυση, προσφέρουν χρονολογικά φάσματα που θα οριστικοποιηθούν μετά την αναλυτική μελέτη όλων των ευρημάτων.

    Οι ελληνικοί αμπελώνες της Μασσαλίας

    • Η πρώτη φάση της ανασκαφής χρονολογείται μεταξύ του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ. και είναι σκαμμένη κατά μήκος ενός πλέγματος βορειοανατολικά – νοτιοδυτικά, με μικρές, ευθυγραμμισμένες τετράγωνες τάφρους σε παράλληλες σειρές.
      Το αμπέλι βρίσκεται 3.2 μέτρα κάτω από το σημερινό επίπεδο του εδάφους και φαίνεται από τη βορειοανατολική άκρη της ανασκαφής.
    • Η παρουσία του δεν είναι τόσο εμφανής από άλλα σημεία του χώρου λόγω μεταγενέστερων παρεμβάσεων που έχουν περιπλέξει τη στρωματογραφική ερμηνεία.
      Ο δεύτερος αμπελώνας ανάγεται στην Ελληνιστική Εποχή (3ος – 2ος αιώνας π.Χ.) και βρίσκεται στο κεντρικό σημείο της ανασκαφής.
      Ακολουθεί την ίδια διάταξη με ευθύγραμμες και παράλληλες τάφρους φύτευσης για πάνω από πέντε μέτρα.
    • Οι τάφροι διατρέχουν και συμπίπτουν με προγενέστερες, ενδεχομένως προϊστορικές ή πρωτοϊστορικές, ανάμεσα στις οποίες και μια εστία από θερμαινόμενες πέτρες και ένα χαντάκι.
      Τέλος, ο νότιος τομέας της καλλιέργειας, ένας τρίτος αμπελώνας έχει προσανατολισμό βορειοδυτικά – νοτιοανατολικά.
      Μακριές, συνεχόμενες και παράλληλες τάφροι, εκτείνονται για πάνω από 19 μέτρα, μαρτυρώντας πολλά ίχνη από καταβολάδες – μια παλαιά τεχνική στην αμπελουργία, που χρησιμοποιείται για τον πολλαπλασιασμό των αμπελιών ή την αντικατάσταση των κενών θέσεων.

     

    Ανασκαφή γύρω από τα τείχη του παλαιοκαναλιού. Φωτογραφία: Axel Cauvin / Inrap
    Ανασκαφή γύρω από τα τείχη του παλαιοκαναλιού. Φωτογραφία: Axel Cauvin / Inrap

    Μετά την Ελληνική περίοδο, η κατοίκηση φαίνεται πιο σποραδική, καθώς πολλές εγκαταστάσεις της τότε και της σύγχρονης εποχής, κατέστρεψαν τα επίπεδα του εδάφους όπου διαφυλάσσονταν τα ίχνη τους.

    Τα ρωμαϊκά ευρήματα περιορίζονται σε ελάχιστα, μεμονωμένα στοιχεία, όπως η βάση ενός σιλό που είχε αποστειρωθεί με πυρκαγιά, και μια τάφρος. Η τάφρος, με προσανατολισμό τον άξονα βορειοδυτικά – νοτιοανατολικά, ήταν σκαμμένη μέσα σε κολλούβιο – αδιαστρωμάτωτα ιζήματα που έχουν συσσωρευτεί στη βάση των πλαγιών λόφων ή βουνών, που κάλυπτε τους αρχαίους αμπελώνες.
    Καλύπτει σχεδόν σαράντα μέτρα, με μέσο πλάτος περίπου 1.6 μέτρων και βάθος τουλάχιστον 40 εκατοστών. Η υπόθεση σύμφωνα με την οποία, η τάφρος οριοθετούσε τον χώρο ανάμεσα σε δύο καλλιέργειες είναι αληθοφανής – αν και η απουσία σύγχρονων επιπέδων, δεν επιτρέπει τη ρητή επαλήθευσή της.

    Οι ανασκαφή στις τάφρους φύτευσης, έδωσε τη δυνατότητα της βαθύτερης κατανόησης των αγροτικών και αμπελουργικών πρακτικών, καθώς και της οργάνωσης της γης. Η μορφολογία των τάφρων δεν είναι πανομοιότυπη σ’ όλη την αλληλουχία των αμπελώνων.

    Οι πρώτες τετράγωνες τάφροι, με μέγιστο μήκος 0.75 μέτρα, πλάτος 0.35 μέτρα και μέσο βάθος τα 0.25 μέτρα, αντιστοιχούν σε αύλακες για φυτά της αμπέλου. Την τεχνική περιγράφει ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, στο έργο του “Φυσική Ιστορία” (XVII, 35), και πρόκειται για τη φύτευση ενός κλήματος σε κάθε άκρη της τάφρου.

    Μια ακόμη τεχνική που αποδεικνύεται από το σημείο και η οποία αναφέρεται από τους συγγραφείς της αρχαιότητας, είναι η δημιουργία διαδοχικών τάφρων ή αυλάκων. Στις τάφρους αυτές, φαίνονται ακόμη οι τρύπες για φύτευση, οι οποίες έδωσαν στους αρχαιολόγους τη δυνατότητα ν’ ανασυνθέσουν την ακριβή θέση κάθε κλήματος και, σε κάποιες περιπτώσεις τα ίχνη από τους πασσάλους στήριξης.

    Ακόμη, σε σχέση με αυτά τα μεγάλα ευθύγραμμα στοιχεία, έχουν ταυτοποιηθεί και καταβολάδες, διαστρωματωμένες τάφροι οι βοηθούσαν την αναπαραγωγή απ’ το μητρικό φυτό ή την ολική αναγέννηση του αμπελώνα. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης κατοίκησης, ταυτοποιήθηκαν δύο κυκλικά σιλό, κάθε ένα με διάμετρο και βάθος ενός μέτρου.

    Η παρουσία τους, σύγχρονη με του αμπελώνα, εγείρει ερωτήματα σχετικά με τις αγροτικές δραστηριότητες της περιοχής και υποδηλώνει την πιθανότητα ύπαρξης και άλλων καλλιεργειών.
    Έχουν ανακαλυφθεί διάφορες ανασκαφές, ποικίλων σχημάτων αν και δεν μπορούν να συνδεθούν με τις διατάξεις προγενέστερων αμπελώνων. Αρχαία κείμενα μαρτυρούν την πολυκαλλιέργεια, ειδικά της καλλιέργειας δημητριακών ανάμεσα στις αυλακιές του αμπελιού.

    Ενώ η οργάνωση αυτή δεν έχει αποδειχθεί επίσημα στο Cazemajou, το σύνολο των ευρημάτων υποδηλώνουν ένα ετερόκλητο σύστημα παραγωγής όπου συνδυάζονταν διάφορες καλλιέργειες μέσα στον ίδιο αγρό. Οι ενδείξεις που σχετίζονται με τη διάταξη των αμπελώνων της ελληνικής εποχής, δεν έχουν ταυτοποιηθεί στο σύνολό τους. Ωστόσο, στο βόρειο άκρο του χώρου, τα ευρήματα ενός σύγχρονου αποστραγγιστικού καναλιού με προσανατολισμό από τα ανατολικά στα δυτικά, προσφέρει σημαντικά στοιχεία για τη διάταξη του αμπελώνα, τον σχηματισμό του παράκτιου τοπίου επάνω στον λόφο, ακόμη και για τη διαχείριση του νερού της απορροής.

    Το κανάλι το οποίο εισέρχεται βαθιά στο μαργώδες υπέδαφος, περιέχει γέμισμα που αποτελείται από σημαντικά, διαδοχικά ιζηματογενή αποθέματα, κυρίως άμμου και ιλύος. Σε έκταση μεγαλύτερη από 7.3 μέτρα, το κανάλι υποστηριζόταν απ’ την κατασκευή ενός μικρού τείχους περίπου 0.6 μέτρων σε πλάτος και διατηρημένου σε μέγιστο ύψος των 0.76 μέτρων.

    Η δομή, κατασκευασμένη από ακατέργαστο ασβεστόλιθο, ψαμμίτη, βότσαλα και κροκαλοπαγές πέτρωμα, μαρτυρά την πρώτη στρώση από προσεκτικά διατεταγμένη λιθοδομή διπλής όψεως. Η κατασκευή ακολουθούσε τη φυσική πλαγιά της γης, άρα περιείχε και τα ιζηματογενή αποθέματα του καναλιού.

    Η Χώρα και η εμπορική δύναμη της Μασσαλίας

    Η ανασκαφή εμπλουτίζει ουσιαστικά την κατανόησή μας για την οργάνωση της Χώρας, της αγροτικής περιοχής της Μασσαλίας στην Αρχαιότητα.

    Μεταξύ του 5ου και του 2ου αιώνα π.Χ., η Μασσαλία βρισκόταν στο νότιο άκρο του όρμου του Λακυδόνα, προστατευμένη από οχυρωμένο περίβολο.

    Μασσαλία: Η ελληνική πόλη της Γαλατίας

    Τα δεδομένα που σχετίζονται με τον αγροτικό χώρο εκτός των τειχών, παραμένουν περιορισμένα. Αν και στα ανατολικά της πόλης, είναι διαθέσιμες περισσότερες πληροφορίες – συγκεκριμένα, χάρη στην ανακάλυψη ενός σύγχρονου αμπελώνα στην περιοχή Saint-Jean-du-Désert, το βόρειο άκρο της Μασσαλίας που παρέμενε μέχρι την αποστολή του 2023, μια ελάχιστα γνωστή, αρχαιολογική ζώνη.

    Οι δύο πρόσφατες αποστολές, κάλυψαν μια έκταση συνολικά 2.200 τετραγωνικών μέτρων, δίνοντας για πρώτη φορά τη δυνατότητα της μελέτης του τρόπου με τον οποίο οι Μασσαλιώτες αξιοποιούσαν το βόρειο περιβάλλον τους.

    Η ανακάλυψη των αμπελώνων μαρτυρά την κεντρική θέση της αμπελουργίας στην οικονομία της πόλης.

    Το παραγόμενο κρασί ήταν πυλώνας της εμπορικής δύναμης της Μασσαλίας, και εξαγόταν σε κέλτικους πληθυσμούς της νότιας Γαλατίας. Η απανταχού παρουσία των αμφορέων της Μασσαλίας ακόμη και στα πιο νότια πρωτοϊστορικά σημεία, είναι η απόδειξη της ισχύος και της εμβέλειας του εμπορίου της – τα αγροτικά θεμέλια της οποίας, έχουν αρχίσει ν’ αποκαλύπτονται κάτω από το ρυπασμένο έδαφος της σύγχρονης περιοχής.



    News247

    Latest Posts

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

    ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK